Στο μάθημά μας της ελληνικής γλώσσας, ο δεκαπεντάχρονος ανιψιός μου γράφει μια ιστορία. Οι ήρωές του είναι καναδοί. Περνούν τις καλοκαιρινές τους διακοπές στη Βραζιλία. Το τελευταίο κεφάλαιο έχει τίτλο “επιστροφή στον μακρινό βορέα”.
Α, σκέφτομαι, έχω πολλές μέρες να του κάνω την παραμικρή διόρθωση και, σήμερα, θ’ αρχίσω από τον τίτλο, κιόλας; Τον αφήνω να συνεχίσει την ανάγνωση και ανοίγω την πύλη για την ελληνική γλώσσα. Χρησιμοποιεί και ο ίδιος, εδώ και μερικές εβδομάδες, το λεξικό της.
Και όμως, η λέξη είναι υπαρκτή. Τον ρωτώ αν κοίταξε το λεξικό. Όχι. Τον ρωτώ αν έχει κάπου συναντήσει αυτή τη λέξη. Όχι. Τον ρωτώ: πού τη βρήκες; Στο μυαλό μου, απαντά, δείχνοντας το κεφάλι του.
Θυμάμαι το μάθημα της γλωσσολογίας. Υπάρχει και συζητείται ανάμεσα στους επιστήμονες αυτός ο προβληματισμός: κληροδοτείται, μέσω κυτταρικής ή και συλλογικής μνήμης, η γλώσσα και είναι αυτός ένας από τους λόγους που μας βοηθούν να μαθαίνουμε τόσο εύκολα τη μητρική ή και την πατρική γλώσσα μας;
Από προχτές βρίσκομαι σε αυτόν τον μακρινό λευκό βορέα. Κάναμε ένα διήμερο οδικό ταξίδι για να βρεθούμε στον προορισμό μας. Η διαδρομή ήταν στο μεγάλο μέρος της γκρίζα, όπως αποτυπώνεται στην έγχρωμη φωτογράφιση. Χρειάστηκε να βρούμε την ομορφιά σε αυτό το γκρι, πριν συναντήσουμε το καθαρό λευκό που κρύβει μες στην καρδιά του όλα τα χρώματα.
“Α, μα εσείς με φέρατε στα Χριστούγεννα!” είπα στα ανίψια μου όταν φτάσαμε.
Περνώ αυτό το πρώτο πρωινό μέσα στο σπίτι. Περιμένω να ανέβει η θερμοκρασία στους μείον επτά βαθμούς Κελσίου, τις πρώτες απογευματινές ώρες, για να ντυθώ σαν κρεμμύδι και να ξεμυτίσω. Υπόσχομαι στον εαυτό μου ότι θα του δώσω τη χαρά να κυλιστεί στο χιόνι.
Από το παράθυρο, μπορώ να βλέπω κάποια αυτοκίνητα να περνούν. Και τρεις ανθρώπους. Μία είναι η ταχυδρόμος.
Είναι πολύ όμορφα εδώ. Καθόλου εύκολα. Οι άνθρωποι χρειάζεται να εργάζονται, πολλές φορές την ημέρα, καθαρίζοντας το χιόνι από το κατώφλι τους έως τον δρόμο. Δηλαδή, πριν βγουν να βαδίσουν, πρέπει πρώτα να φτυαρίσουν.
Σε πολλά μέρη της γης, οι συνθήκες της βίωσης δεν διευκολύνουν τους ανθρώπους. Και, όμως, εκείνοι δεν σκέφτονται να φύγουν. Σκέφτονται τι μπορούν να κάνουν για να ζήσουν καλύτερα εδώ που βρίσκονται. Σκέφτονται πώς μπορούν να κάνουν κάθε μέρα λίγο πιο εύκολη τη ζωή τους.
Εργάζονται με εκείνο που δεν τους αρέσει και επεξεργάζονται τρόπους για να μπορέσουν να μείνουν ελεύθερα εδώ, ώστε να απολαμβάνουν εκείνο που τους αρέσει.
Έχουν κοιτάξει κι έχουν δει: τι είναι γι’ αυτούς η ομορφιά της ζωής; Και σε αυτόν τον τόπο την έχουν βρει. Κι αυτό τους ωθεί σε δημιουργική εκπλήρωση των επιθυμιών τους.
“Θα κοιμηθείς στον ουρανό” μου είχε πει ο ανιψιός μου, λίγες μέρες πριν φτάσω.
Η γωνία του σαλονιού που με φιλοξενεί, έχει απ’ όλες τις πλευρές τζαμαρία. Βλέπω τώρα τον δυτικό άνεμο να μετακινεί αργά την αραιή συννεφιά προς το Manhattan.
Περάσαμε το πρωινό μας στο Central Park, σήμερα. Κρύος ο καιρός, με λιακάδα, όλα περιστόλιστα και γιορτινά, κάποιοι δρόμοι κλειστοί για τ’ αυτοκίνητα και ουρές έξω από πολλά καταστήματα.
Όλα τα είδαμε και τα παρατηρήσαμε και τα πολύ όμορφα και τα καθόλου όμορφα. Διότι η ζωή βρίσκει τον τρόπο να σου δείχνει όλα τα πρόσωπα, με τα οποία έχεις επιλέξει να την αντιληφθείς.
Πράγματι, δεν είναι εύκολη εδώ η βίωση. Κι όμως, μου αρέσει πολύ. Μου αρέσουν όλα αυτά που δεν μου αρέσουν. Άραγε, γιατί;
Διότι βλέπω τους ανθρώπους να γίνονται δημιουργικοί για ν’ ανταπεξέλθουν. Τους βλέπω να εργάζονται για τα όνειρά τους, ώστε να κάνουν τη ζωή τους ν’ αξίζει. Εδώ βλέπω όλες τις όψεις των ανθρώπινων έργων.
Φυσάει και βρέχει σήμερα στο Jersey City. Ας μείνουμε σπίτι.
Κοιτάζω έξω, από τον τεσσαρακοστό πρώτο όροφο: απέναντι, υψώνονται οι ουρανοξύστες του Manhattan.
Κοιτάζω κάτω, στην προκυμαία του ποταμού Hudson: ένας διαβάτης, μικρός τόσος δα.
Η πρώτη φορά, που ενσυνείδητα κατανόησα την επίγνωση αυτής της φαινομενικής διαφοράς, ήταν πριν λίγα χρόνια, όταν βρέθηκα στο Manhattan. Η διαφορά είναι έντονη και θα την περιέγραφα ως εξής: μικρός ο άνθρωπος, μέγα το έργο του!
Είναι κάτι που γνωρίζουμε, αλλά δεν θυμόμαστε να στοχαστούμε πάνω σε αυτό και τόσο συχνά. Ούτε γνωρίζουμε, πώς να στοχαστούμε, γύρω από αυτό, ελεύθερα.
Κι όμως, είναι άξιο παρατήρησης: πώς τα καταφέρνει ο άνθρωπος να δημιουργεί τόσα θαύματα; Η απάντηση είναι τόσο απλή και αυτό το θαύμα είναι τόσο φυσικό: Ο άνθρωπος είναι δημιουργός.
Αυτός είναι ο ρόλος του στον σύμπαντα κόσμο. Ο άνθρωπος – το ον που αρθρώνει τον λόγο, όπως το όνομά του, στην ετυμολογία του, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική γλώσσα, υποδηλώνει – δημιουργεί με τον ίδιο του τον λόγο. Αυτό είναι, στην πραγματικότητα, το εργαλείο του. Ο άνθρωπος συμμετέχει, συνδημιουργεί, με κάθε λέξη, που εκφέρει, κάθε ήχο, κάθε συλλαβή.
Αλλά, εδώ υπάρχει ένα αλλά, ένα τεράστιο αλλά, ένα μεγάλο όμως, ένα μέγα ωστόσο: γιατί δημιουργεί τόσα πολλά από αυτά για τα οποία δηλώνει ότι δεν του αρέσουν; πώς τα καταφέρνει να δημιουργεί τόσα πολλά και ποικίλα από όλα εκείνα που δηλώνει ότι δεν επιθυμεί;
Κι εδώ η απάντηση είναι απλή, τόσο απλή: διότι διαρκώς γι’ αυτά ομιλεί(!)
Το πώς μετακινούμε την προσοχή μας από αυτό που συμβαίνει σε εκείνο που επιθυμούμε να συμβαίνει, το πώς κατευθύνουμε τη σκέψη μας από αυτό που δεν είναι η επιλογή μας σε ό,τι είναι η αυθεντική και γνήσια και ελεύθερη βούλησή μας, το πώς εκφέρουμε τον λόγο μας ώστε να φέρουμε στην πραγματικότητά μας, να υλοποιούμε, να θρέφουμε, να εκπληρώνουμε, να εκδηλώνουμε τα πιο ωραία οράματα και όνειρά μας είναι το αντικείμενο της Τέχνης ΕυΑειΖωίας “εύΧρηστος Δημιουργός Λόγος” – η οποία βασίζεται στη νομοτέλεια ότι το τραγούδι μας σχηματίζει τον κόσμο – διότι η ζωή παντού είναι πάντα και οι επιλογές μας δημιουργούν αποτυπώματα που εκδηλώνονται σε κάθε μετασχηματισμό και κάθε μεταμόρφωση της ευροής του διαρκώς παρόντος γίγνεσθαι.
Καθώς παίζουμε, αποδίδοντας στους σχηματισμούς των νεφών εικόνες που μόνο εμείς βλέπουμε, αντιλαμβάνομαι τη διαφορά ανάμεσα στην αλήθεια και την πραγματικότητα.
Το γεγονός ότι το ίδιο σύννεφο την ίδια στιγμή δίνει άλλη εικόνα σε μένα και άλλη σε σένα, με οδηγεί να κατανοήσω γιατί η αλήθεια είναι διαφορετική για κάθε άνθρωπο. Διότι είναι η δική του ερμηνεία για την εικόνα που δέχονται τα μάτια του και επεξεργάζεται ο νους του.
Είτε ετυμολογήσουμε την αλήθεια ως απουσία λήθης είτε ετυμολογήσουμε την αλήθεια ως έλλειψη λανθάνοντος, η ερμηνεία της εικόνας αφορά κάθε εγώ ξεχωριστά, διότι ακουμπά στην προσωπική κατανόηση, δηλαδή στον συνδυασμό, τη συσχέτιση και το μέτρο σύγκρισης, που ήδη έχει δημιουργηθεί μες στον νου κάθε ανθρώπου, από τις υπάρχουσες εγγραφές και ανάλογα με τη συχνότητα και τον τρόπο της χρήσης τους.
Πίσω από όλες τις αλήθειες όλων των ανθρώπων, που κοιτάζουν αυτή τη στιγμή τα σύννεφα, ωστόσο, διαρκώς κινείται και διαρκώς σχηματίζεται μια πραγματικότητα: εκεί, πέρα, μακριά, ψηλά, απέναντι, μες στους γαλάζιους ουρανούς, που αγκαλιάζουν τον κόσμο μας, συμβαίνει το σύννεφο, μες στο διαρκές γίγνεσθαι και τη συνεχή ευροή της υδάτινης διαδρομής.
Η υδάτινη οντότητα διαρκώς κινείται και διαρκώς μετασχηματίζεται και συμβαίνει το σύννεφο, η βροχή, το χιόνι, η πηγή, ο ποταμός, η λίμνη, ο ωκεανός και αυτό είναι μια πραγματικότητα σε μόνιμη ευροή, από την οποία πηγάζουν αποτελέσματα που μετακινούνται από τον ένα σχηματισμό στον άλλο και περιμένουν να τα αντιληφθούμε ως τέτοια, αλλά δεν αρκούνται σε αυτό. Η υδάτινη οντότητα, ως μια εύροη πραγματικότητα, μας καλεί, με κάθε σχηματισμό της, να κοιτάξουμε και να δούμε, να αναγνώσουμε και να αναγνωρίσουμε, να γνωρίσουμε την αντικειμενική πραγματικότητά της και να της συστηθούμε με το όνομα του όντος που καθένας από μας είναι.
Την Πέμπτη παρέδιδα το Έργο. Το μάθημα αυτό αποτελείται από τρία μέρη. Την εισαγωγή, τη σύνδεση του έργου με το δημιουργό ον που είναι ο άνθρωπος. Την ανάλυση του έργου της καθημερινότητάς μας – έργου που παράγεται από τις δεξιότητες των χεριών μας, του συναισθηματικού μας κόσμου, της διάνοιάς μας – του έργου που απολαμβάνουμε και μοιραζόμαστε με τους άλλους κατά τη διάρκεια του βίου που διάγουμε, ως πλάσματα. Την αναζήτηση του έργου της ζωής μας, της αποστολής μας, του έργου που πηγάζει από το ον που καθένας από εμάς είναι και μέσω του οποίου αφήνουμε το αποτύπωμά μας στον κόσμο.
Η μαθήτριά μου στην τέχνη ΕυΑειΖωίας “εύΧρηστος Δημιουργός Λόγος” είχε φέρει πολύ ενδιαφέρουσες εργασίες από το προηγούμενο μάθημα και ο χρόνος είχε προχωρήσει, όταν άρχισα να παρουσιάζω το Έργο. Αλλά τώρα γνωρίζω ότι δεν ήταν αυτός ο λόγος, που η παράδοση δεν ολοκληρώθηκε.
Παρουσίασα τα δύο πρώτα μέρη. Σταμάτησα. Κοίταξα την συμμαθήτριά μου στο iPad. Κοίταξα τις σημειώσεις μου στο MacBook. Άνοιξα το στόμα μου. Έκλεισα το στόμα μου. Είχε πάει η ώρα δέκα το βράδυ. Ένιωθα την κούρασή μας. Είχαμε κι οι δυο μια δραστήρια ημέρα. Ένα χασμουρητό αναδύθηκε. Ένιωσα ανακούφιση. Πήρα την ευκαιρία. Ανακεφαλαιώσαμε. Βάλαμε τις ασκήσεις. Ευχαριστήσαμε και καληνυχτίσαμε η μια την άλλη.
Μα τι έγινε απόψε; αναρωτιόμουν. Δεν μπορώ να παραδώσω το μάθημά μου; Με όλες τις σημειώσεις, από τόσες φορές που το έχω παραδώσει, μπροστά στα μάτια μου; Αυτή η αίσθηση ανεπάρκειας που μου είχε συστηθεί από την πρώτη μου γνωριμία με τον εθελοντισμό, αναδύθηκε πάλι. Ζήτησα, ευγενικά, από το μυαλό μου να ησυχάσει, ώστε να μπορέσω ν’ αφουγκραστώ την εσωτερική μου φωνή, την κρυμμένη απάντηση. Σε λίγο πήγα για ύπνο, ακόμα με την ερώτηση, η οποία είχε διαμορφωθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο “και το έργο της ζωής μου;”
Η Πέμπτη στο γραφείο ήταν μια ημέρα αναζήτησης και ανάλυσης στοιχείων και συνθηκών, για τη λήψη μιας μεγάλης απόφασης. Μοιραζόμουν αυτή τη διαδικασία με κάποια συνάδελφο, καθώς βρισκόμαστε μες στις ίδιες συνθήκες και κάτω από τους ίδιους όρους στο πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου του προσωπικού της επιχείρησης. Βρήκαμε όλες τις απαντήσεις που χρειαζόμαστε. Κάναμε όλους τους υπολογισμούς. Είδαμε το συμπέρασμα: τα χρήματα που μας προσφέρονται είναι όσα ακριβώς χρειαζόμαστε για να ζήσουμε ως να πάρουμε τη σύνταξή μας και, μάλιστα, πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικές με τις δαπάνες που είναι άλλες για έναν άνθρωπο που δεν εργάζεται πια και έχει ελεύθερο χρόνο και, άρα, διευρύνει τις κοινωνικές του συναναστροφές.
Η επομένη, χτες Παρασκευή, ήταν η ημέρα που έληγε η προθεσμία για την υποβολή της αίτησης. Την Πέμπτη το βράδυ κοιμήθηκα με μια ερώτηση “και το έργο της ζωής μου;” και μια κατάφαση “αύριο πρόκειται να πάρω τη σωστή απόφαση.”
Το πρωί της Παρασκευής στα εισερχόμενα της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας υπήρχε ένα μήνυμα με τίτλο περί της εθελουσίας. Το άνοιξα πρώτο, χωρίς δεύτερη σκέψη. Ανανέωνε την προθεσμία για λίγες μέρες. Α, τι καλά, δεν είναι απαραίτητο ν’ αποφασίσω σήμερα. Μετακίνησα τη σημείωση στο ημερολόγιο. Για σήμερα είχα γράψει: εθελούσια έξοδος. Για μεθαύριο έγραψα: εθελούσια ελευθερία. Είχα πάρει την απόφαση.
Ευχαριστώ κι ευγνωμονώ και τον χρόνο μου ελευθερώνω
Ευχαριστώ κι ευγνωμονώ και αφοσιώνομαι στο έργο μου
Ευχαριστώ, ευγνωμονώ, εύΧρηστο λόγο δημιουργώ
Ευχαριστώ κι ευγνωμονώ, ευανθώ και ευκαρπώ
Ευχαριστώ, ευγνωμονώ, άγω πυρ προς τον λόγο τον δημιουργό
kind of dialogue