ατελής αγωνία

6 12 2010
littlie robin

“little robin” phot@rt by Aeglie

Η εξοχή ησυχάζει, τυλιγμένη μέσα στην πρωινή ειρήνη, κρυμμένη μέσα σε μιαν αραιή υγρή πάχνη
Μόνο ένας κοκκινολαίμης ακούγεται και λίγες μέλισσες καθώς τρυγούν τ’ άνθη που ξεγέλασε ο ζεστός χειμώνας
Τραγουδούν κι οι πεταλούδες και τα ακίνητα φύλλα στις μικρές πορτοκαλιές, αλλά η ακοή του ανθρώπου είναι ατελής
Βαριές οι μικρές πορτοκαλιές, γεμάτες καρπό, με υπομονή περιμένουν τον άνθρωπο
Εκείνος δραπετεύει στην πόλη, να ξοδέψει την αγωνία του – ξοδεύεται μαζί της
Στην άκρη του δρόμου, το απόγευμα, θυμάται ότι έχει αφήσει τις μικρές πορτοκαλιές να μεγαλώνουν μόνες τους

english version





κάστανα και πορτοκάλι

29 11 2010
wet reflection

“wet reflection” phot@rt by Aeglie

Διάφανο απόγευμα στην άκρη του καιρού

Βγαίνουμε απ’ τη θάλασσα και κρατάμε την αλμύρα επάνω μας

Η νύχτα φτάνει νωρίς

Ο χειμώνας δεν έρχεται

Φέρνεις τα ξύλα

Απόψε θ’ ανάψει στο σπίτι η πρώτη φωτιά

Παράθυρα ανοιχτά

Το κρύο δεν είναι επικίνδυνο, λες, ο φόβος είναι ο κίνδυνος

Ψήνεις τα κάστανα και βγαίνεις να τ’ αφήσεις στα παιδιά

Τα παιδιά είναι πάντα εκεί στην ώρα τους χωρίς ίχνος παρουσίας

Όλη τη μέρα αδέσποτα

Το βράδυ σκαρφαλώνουν αθόρυβα τα δέντρα στο μικρό μας πάρκο

Δε φοβούνται τις σκιές

Μένουν σιωπηλά για ν’ ακούν τους ψιθύρους που σεργιανίζουν το έδαφος

Δεν έχουν φάει τίποτα

Ούτε πεινούν

Τρώνε τα κάστανα σαν να ήταν μέρος ενός παιχνιδιού

Επιστρέφεις

Μοιραζόμαστε ένα πορτοκάλι

Ας μην κρυβόμαστε απ’ το φως της νύχτας, λες – και πλαγιάζεις πλάι μου

Τα παιδιά αγρυπνούν: είναι μέρος του παιχνιδιού

Κι όταν σιγουρευτούν ότι μας πήρε ο ύπνος πλησιάζουν

Το πρωί τα βρίσκουμε να ευλογούν τα όνειρά τους γύρω απ’ τη σβησμένη πια φωτιά της νύχτας μας

Μάταια φοβόμαστε να τα ξυπνήσουμε

Σηκώνονται και μας δίνουν το χέρι

Το βήμα μας μπαίνει στο αύριο

Και αυτό δεν είναι αναπόφευκτο





ωρίμασα καρπούς

28 09 2010

Πέρασα μέσα από το καλοκαίρι που έχει τη μεγάλη μέρα λιόπυρη και τη μικρή του νύχτα τρυφερή
Τράβηξαν οι ρίζες μου βαθιά να ξεδιψάσω και οι φυλλωσιές τραγούδησαν νωχελικά τα μυστικά του εδάφους
Θυμάμαι, εκείνο το μεσημέρι, δυο παιδιά στη σκιά μου, πώς δόθηκαν ολοκληρωτικά το ένα στο άλλο
Ύστερα τα κοίμισα και ωρίμασα απογευματινούς καρπούς
Όλη νύχτα θρέφονταν το κύτταρο της γης που είχα μετασχηματίσει κι έλεγαν ιστορίες, από άλλες ώρες και άλλα χώματα, όπως τις έσταζε στον ουρανίσκο ο χυμός
Είναι άπειρο το ταξίδι στο βερύκοκο που δαγκώνεις

english version





ανάληψη

18 08 2010

 

“reach the blooming sky” phot@rt by Aeglie

Η γη καταπίνει τις καλλιέργειες και η σοδειά που μοχθήσαμε θρέφει το χώμα που πατάμε. Το χώμα που είμαστε εισέρχεται στον καιρό της αθρεψίας. Εύφορος καιρός για να θρέψουμε το πνεύμα: να γευτεί η κοιλιά μπουκιές αναπνοής της ζωοδόχου, να χορτάσει ο ουρανίσκος το διαυγές άρωμα του γαλανού. Καιρός σοφός για να σηκώσουμε τα μάτια από την ανάγκη – και, για μόνη τη χαρά της ελαφρότητας, να αναληφθούμε από τους ουρανούς.





γαλανό για το ταξίδι

9 07 2010

γαλανο για το ταξιδι

“blooming heart” phot@rt by Aeglie

Αργυρογάλανες δέσμες διαρρηγνύουν το παχύ στρώμα του γκρίζου σύννεφου που έχει εξαπλωθεί απ’ άκρη σ’ άκρη σε όλο το θόλο και χύνουν το φως του ήλιου από τον ουρανό στη γη σαν μέσα από ένα δίχτυ, στη δύση.
Ο δρόμος που οδηγώ βλέπει για λίγο δυτικά και με λούζει αυτή η εικόνα: το διάφανο γαλάζιο καθώς ρέει μπρος απ’ την κουρτίνα της συννεφιάς.
Αυτό το γαλανό, θυμάμαι, υπάρχει πάντα στα όνειρά μου. Ανοίγει το ταξίδι. Και παρακάτω, εκεί που μου φάνηκε σαν να ήταν ο προορισμός, έρχεται πάλι ν’ απλώσει το ταξίδι από κει και πέρα – πάντα πιο πέρα.





σωπαίνεις αλλού

6 03 2010
blue mirror

“blue mirror” phot@rt by Aeglie

Αυτή η θλίψη με ησυχάζει
Τα σύννεφα φέρνουν κοντά τον ουρανό
Η σκιά δε μου κρύβει τα μάτια σου
Μαλακά ακουμπάς το χέρι μου
Σωπαίνεις αλλού
Περπατάμε μαζί τόσα χρόνια
Από τότε που έφυγες
Βαδίζεις στο πλάι μου
Σε βλέπουν μυστικά τα παιδιά





άστρα μας έβλεπαν

27 02 2010
αστρα μας εβλεπαν

“city sunset” phot@rt by Aeglie

Ο ήλιος έχει πάει απ’ την άλλη πλευρά
Και το εσπερινό γαλανό μας επιτρέπει
Για λίγο να δούμε, ταξιδεύοντας δυτικά
Τα άστρα που όλη τη μέρα μας έβλεπαν
Καθώς φεύγουν πέρα απ’ τον ορίζοντα

Ρίχνω τα φώτα μου στο δρόμο που οδηγώ
Η πόλη κεντάει το σχήμα της στη νύχτα
Ανάβει τις πλατείες και τους δρόμους
Ανάβουν τα σπίτια τους οι γειτονιές

Αργότερα, στην επαρχιακή διαδρομή
Τη λουσμένη από φεγγάρι ολόγιομο
Χαμηλώνω τα φώτα, τις ταχύτητες
Η νύχτα δεν είναι πάντα σκοτάδι

Μακριά, χαμηλά, λάμπει η θάλασσα
Φέγγουν οι βράχοι που φεύγουν πίσω
Μου δόθηκε να ονομάσω τον κόσμο
Άραγε, στη γλώσσα των αγγέλων
Ποια λέξη λέει τον άνθρωπο;





λευκό πουκάμισο

31 01 2010

Αφήνω τον ήλιο να πάρει τη μέρα δυτικά
και συνεχίζω να οδηγώ νότια
την εσπερινή ώρα
Φέγγει ο ουρανός
Θα ‘ναι το φεγγάρι ολόγιομο, λες
Εδώ είσαι, πλάι μου, φοράς λευκό πουκάμισο
Και, να τη, ξαφνικά, η χλωμή σφαίρα
εκεί που ο δρόμος βλέπει την ανατολή
αντίκρυ μου
Μόλις που έχει σκαρφαλώσει τον ορίζοντα
κι απ’ την αραιή συννεφιά έχει ντυθεί
μια ζώνη ίριδα





κλειστή ομπρέλα

27 01 2010

«Πάρε ομπρέλα, πάρε ομπρέλα» διαλαλεί ένα νεαρό αγόρι
Κόσμους και καιρούς μακριά απ’ τον αγαπημένο του τόπο
Πλησιάζω και τον βλέπω να κοιτάζει τη μικρή ομπρέλα
που κρατώ κλειστή στο χέρι μου
Λέει κάτι παράξενο, κελαρυστό, χαμογελώντας
Δεν ξέρω τις λέξεις που του τραγουδούσε η μητέρα του
Ξέρω ότι και σ’ εκείνον αρέσει να περπατά στη βροχή
στη γλώσσα του





ανείπωτο γλιστρά

6 01 2010
ανειπωτο γλιστρα

“green’s heart” phot@rt by Aeglie

Μόνο να με κρατήσεις μες στα χέρια σου για λίγο
Να ζεσταθώ, ρίγησα απ’ το χειμώνα του κόσμου
Να μου χαϊδέψεις τα μαλλιά, να ησυχάσει η ανάσα
Λαχάνιασα, το κυνήγι του θησαυρού δε γύρεψα

Μόνο μια αγκαλιά κι ένα χάδι, έναν λόγο γλυκό
Και να γυρίσω πάλι σ’ αυτές τις λευκές σελίδες
Πώς με παιδεύουν να γράψω ό,τι θέλουν να πουν
Μπαίνω βαθιά στη σιωπή ν’ ακούσω τα λόγια τους

Κι ανοίγεις ολόκληρος να με χωράς κι αρχίζει
Το αρχαίο τραγούδι των σωμάτων που αγγίζονται
Το σ’ αγαπώ ανείπωτο γλιστρά επάνω στα κορμιά
Η σάρκα αναστενάζει, η ανάσα μυρίζει επιθυμία

Εξαπλώνομαι προς όλες τις κατευθύνσεις γύρω
Επεκτείνομαι – κι εσύ, πλαταίνεις το στέρνο σου
Μακραίνεις τα χέρια σου, με περικλείεις, μέσα
Στην αγκαλιά σου πάντα χωράω όσο διευρύνομαι

Παραδίνομαι, εισπνέω τη μυρωδιά του πόθου σου
Βαθιά εισπνέω, η μυρωδιά του πόθου σου φτάνει
Τα σπλάχνα μου, ανοίγουν οι πύλες, η πόλη που
Είμαι δική σου πάλι, ενώ ο κόσμος έξω φυσάει

Καινούργιες αγωνίες στους παλιούς φόβους