Έχω συχνά παρατηρήσει τη θαυμαστή και ευεργετική θεραπευτική δράση αυτού εδώ του τραγουδιού
η μαγεία του τραγουδιού
27 04 2013Comments : Leave a Comment »
Tags: παιδί, αυλή, νερό
Categories : "στου καιρού τη ζυγαριά", "το χαμόγελο του παιδιού", "η μαγεία του τραγουδιού", πεζογραφία, τραγούδι, ΔήμητραΔουμένη, ΔημήτρηςΠαπαδημητρίου, ΦωτεινήΔάρρα, επίκαιρα, εθελοντισμός, ημερολόγιο, μικρή ιστορία, μουσική, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου, music
ν’ ακούει το σπίτι μουσική
3 03 2013Μπορεί και να είναι η τελευταία χειμωνιάτικη Κυριακή για φέτος, σκέφτομαι κι ανακατεύω τα σκεπάσματα, ας χουζουρέψω.
Πολύ λίγο αργότερα, αλλάζω γνώμη κι αποφασίζω να σηκωθώ. Και, για να μη βγω εντελώς απ’ τα χουζούρια μου, φορώ τη φόρμα πάνω απ’ τις πυτζάμες. Ανάβω τζάκι, βάζω στο μπρίκι καφέ, στην κούπα μέλι και κανέλα. Τυλίγω λίγο καπνό στο τσιγάρο μου. Ανοίγω την τηλεόραση ν’ ακούει το σπίτι μουσική: το κανάλι της βουλής το πρωί. Καπνίζω – το κάπνισμα ωφελεί σοβαρά τα νωχελικά πρωινά – απέναντι σε μια φωτιά που τρίζει τα τρυφερά τραγούδια της.
Σε λίγο – κι αφού έχει μπει αυτό το κάτι με πατάτες στο φούρνο για το κυριακάτικο τραπέζι – με μια δεύτερη κούπα καφέ με μέλι και κανέλα στο ένα, ψηλαφίζω με σχεδόν μάτια κλειστά τη βιβλιοθήκη με το άλλο χέρι. Ένας μαγικός μηχανισμός ανοίγει τα μάτια της ψυχής μόλις κλείσεις τα αναρτημένα στο πρόσωπο μάτια και σε οδηγεί σοφά. Δεν έχω απλώσει στη γωνιά του Antoine de Saint Exupery ούτε η Νυχτερινή Πτήση βρίσκεται στη θέση της πριν την πάρω, πριν λίγες ώρες, στα χέρια μου.
Τυλίγω ένα επόμενο τσιγάρο και κοιτάζω στα πόδια μου το παλιό και αγαπημένο βιβλίο – έκδοση του 1986 – που έχω διαβάσει αρκετές φορές. Ξεφυλλίζοντας, διαβάζω τα σημειωμένα και σκέφτομαι ότι μάλλον θα πρέπει μόλις καπνίσω το τσιγάρο να πάω πάλι στη βιβλιοθήκη προς αναζήτηση: πόσες φορές πια θα διαβάσω αυτό το βιβλίο; Σχεδόν ξέρω σε ποια σελίδα είναι γραμμένη η κάθε σημειωμένη φράση. Κι αφού το τσιγάρο σβήνει, κάθομαι πιο αναπαυτικά κι αρχίζω πάλι την ανάγνωση. Και είναι φρέσκια όπως την πρώτη φορά – ή, σχεδόν.
Ο πολυαγαπημένος συγγραφέας, που πέταξε με τα δικά του φτερά ψηλά πάνω από τη Μεσόγειο, αφήνοντας το τελευταίο αεροπλάνο που κυβέρνησε να πέσει μες στα βαθιά νερά της, μου διηγείται το νυχτερινό δρομολόγιο του αεροπορικού ταχυδρομείου Παταγονία – Μπουένος Άιρες μια νύχτα, περί τα 1930, που κυκλώνας εισέβαλε απ’ τον Ειρηνικό στις Κορδιλιέρες των Άνδεων και εισχώρησε στ’ ανατολικά.
Ή, μου εξηγεί το αναπόφευκτο της διαδρομής της προόδου, σε αυτή τη διάσταση της ζωής που ζούμε εδώ πάνω στη γη, μέσα από νύχτες. Και μου δίνει τα εφόδια που χρειάζεται να ‘χει καθένας – ακόμα και, κυρίως δε, εκείνοι που δεν θα βγουν στο πρωί – για να έχει η μέρα που μια τέτοια νύχτα θα εξημερώσει πάει τον άνθρωπο ένα βήμα πιο κοντά στον αληθινά ελεύθερο εαυτό του: Ελεύθερο ν’ αναπτύξει τις δυνατότητές του και ν’ αποκομίσει και ν’ απολαύσει τ’ αποτελέσματα του έργου του για έναν καλύτερο τρόπο ζωής. Ελεύθερο να οικοδομήσει αυτόν τον καλλίτερο κόσμο που εφηβικά ονειρεύτηκε.
Μερικές υπογραμμίσεις, σημερινές και παλαιότερες:
σελ. 10: … περιορίζει σαν τον έρωτα …
σελ. 13: … νομίζουν πως η λάμπα τους φέγγει για το ταπεινό τους τραπέζι, μα ογδόντα χιλιόμετρα μακριά τους κάποιος έχει κιόλας συγκινηθεί απ’ την έκκληση αυτής της λάμπας …
σελ. 21: … ο κυκλώνας δεν είναι τίποτα, μπορεί να σώσεις το τομάρι σου, μα τα πριν, αυτή η συνάντηση που έχεις μαζί του …
σελ. 23: … μέσα σε κάθε πλήθος υπάρχουν άνθρωποι που χωρίς να τους ξεχωρίζεις είναι σπουδαίοι αγγελιαφόροι …
σελ. 23: … δεν καταλάβαιναν τον ιερό χαρακτήρα της περιπέτειας και με τα ξεφωνητά τους νόθευαν τη σημασία της κι υποβάθμιζαν τον άνθρωπο …
σελ. 26: … Ο άνθρωπος ήταν γι’ αυτόν παρθένο κερί που ήθελε πλάσιμο. Έπρεπε να δώσει μια ψυχή σ’ αυτή την ύλη, να της δημιουργήσει μια θέληση. Δε σκεφτόταν να τους υποτάξει μ’ αυτή τη σκληρότητα, μα να τους κάνει να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους …
σελ. 27: … κατεύθυνε προς την αναχώρηση, παρά προς τη στάθμευση τη θέλησή τους – δημιουργούσε αυτή τη θέληση
σελ. 35: … κρατάτε σχεδόν στα χέρια σας τη ζωή ανθρώπων, ανθρώπων που αξίζουν περισσότερο από σας …
σελ. 39: … απόψε, με τους δυο ταχυδρόμους μου σε πτήση, είμαι υπεύθυνος για έναν ολόκληρο ουρανό …
σελ. 40: … αυτός ο άνθρωπος δεν ξέρει το μεγαλείο του …
σελ. 44: … υπεύθυνος δεν είναι ο άνθρωπος, είναι κάτι σαν σκοτεινή δύναμη που δεν αγγίζεις ποτέ, αν δεν αγγίξεις ολόκληρο τον κόσμο …
σελ. 45: … κι οι άνθρωποι … τους παραμερίζεις όταν το κακό περνά μέσ’ απ΄αυτούς …
σελ. 47: … δεν είναι αυτοί που πολεμώ, πολεμώ αυτό που περνάει μέσ’ απ’ αυτούς …
σελ. 47: … αν δεν ταρακουνήσω τους ανθρώπους μου, η νύχτα πάντα θα τους φοβίζει …
σελ. 54: … Τον σώζω απ’ το φόβο. Δεν τα ‘βαλα μαζί του, τα ‘βαλα, μέσω αυτού, μ’ αυτή την αντίσταση που παραλύει τους ανθρώπους μπροστά στο άγνωστο …
σελ. 54: …σ’ αυτόν τον αγώνα, μια βουβή αδελφοσύνη έδενε, βαθιά μέσα τους, τον Ριβιέρ και τους πιλότους του …
σελ. 62: … ενάντια στους ανθρώπους παίζεται ένα παιχνίδι, όπου πολύ λίγο λογαριάζεται η πραγματική σημασία των πραγμάτων …
σελ. 68: … αν η ανθρώπινη ζωή είναι ανεκτίμητη, ενεργούμε πάντα σαν κάτι να ξεπερνάει, σε αξία, την ανθρώπινη ζωή, μα τι όμως; …
σελ. 80: … Αυτό το χέρι που είχε χαϊδέψει. Αυτό το χέρι που, ακουμπώντας σ’ ένα στήθος, ξεσήκωσε μιαν αναταραχή, σαν θείο χέρι. Αυτό το χέρι που ακούμπησε σ’ ένα πρόσωπο, αλλάζοντάς το. Αυτό το χέρι που ήταν θαυματουργό.
σελ. 96 – και αυτή είναι η τελευταία πρόταση του κειμένου: … Ο Ριβιέρ ο Μέγας, ο Ριβιέρ ο Νικητής, που σηκώνει τη βαριά νίκη του._
Comments : Leave a Comment »
Tags: τσιγάρο, καφές, μέλι
Categories : "ν' ακούει το σπίτι μουσική", "νυχτερινή πτήση", "vol de nuit", book, by Antoine De Saint Exupery, φιλοσοφία, αρθρογραφία, βιβλίο, ημερολόγιο, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου
γαλανές ώρες
10 11 2012
“created to create” phot@rt by Aeglie
Ως και η θάλασσα σωπαίνει, ήσυχη τη σέρνει ο άνεμος στα πόδια μου, γυμνά, τόσο δα βυθισμένα στη μαλακή άμμο, βρεγμένη αλμύρα
Ο ήλιος φεύγει απέναντι στα μάτια μου, ποτάμι πλατύ φως απλώνει, με καλεί, βαδίζω προς το μέρος του, το νερό ψηλώνει
Βουτώ αθόρυβα, αφήνω το μπλε να με κρατά ελαφριά στη ράχη του, κλείνω τα μάτια, χρώματα έχουν φωλιάσει
Η ακτή επιστρέφει στην εσπερινή σκιά, λίγη ψύχρα εκπνέει ο αέρας, πουλιά σε φιλόξενες φυλλωσιές
Η διαδρομή δεν αποφεύγει τη νύχτα κι ο ουρανός έχει ανάψει τ’ αστέρια μου
Comments : Leave a Comment »
Tags: φως, νερό, ουρανός
Categories : "created to create", "γαλανές ώρες", πεζογραφία, ποίηση, φωτογραφία: Αίγλη, επίκαιρα, ημερολόγιο, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου, phot@rt by Aeglie, photography
θάλασσα
8 11 2012
“sea before us” phot@rt by Aeglie
Το μεσημέρι κρατά το καλοκαίρι αγκαλιά
Βαδίζω πλάι της ώρα πολλή και, τότε
Βουτώ το κορμί ζεστό στα δροσερά νερά της
Απλώνει πάντα ολόγυρα το μπλε για μένα
Ανακουφίζει τη φωτιά που καίω μέσα μου
Ακυρώνει τη βαρύτητα στην οποία έχω αγκιστρωθεί
για να χαράσσω τα ίχνη του βηματισμού
στο έδαφος που ντύθηκε προς πλάνη ο πλανήτης
και κρύβει τη φωτιά που καίει μέσα του
Αντιστέκομαι με βία κάθε τόσο στην άνωση
και στην ελαφρύτητα της εγκατάλειψης
Βυθίζομαι ν’ απαγκιάσω απ’ τον κυματισμό
Ανοίγω τα μάτια θολά στο βυθό, το νου διαυγή
στην ειρήνη που εντός μου προστατεύω
Ανεβαίνω με τις χούφτες σφιχτές άμμο βρεγμένη
Αφήνω τον αφρό να την πάρει ξανά
μες απ’ τα δάχτυλά μου
Ο ίδιος άργιλος σχηματίζει τα χέρια μου
Comments : Leave a Comment »
Tags: αφρός, ειρήνη, ελαφρύτητα
Categories : "θάλασσα", "sea before us", ποίηση, φωτογραφία: Αίγλη, φιλοσοφία, ημερολόγιο, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου, philosophy, phot@rt by Aeglie, photography
βλέπει μακριά
25 12 2011
Η ησυχία στέκει απεγνωσμένα λευκή και όμορφη – μόνο η φωτιά κάπου κάπου της δίνει ένα ρίγος, η φωτιά πίσω απ’ τη ράχη μου. Κοιτάζω έξω από αυτό το παράθυρο: δε βλέπει πολύ μακριά. Απ’ το θόλο κρέμεται κουρτίνες το χιόνι, μόλις που διακρίνεται η ράχη απέναντι. Η μέρα μοιάζει να φεύγει νωρίς: άναψε φως στην κουζίνα. Το τραπέζι στρώθηκε μετά από μακρύ ταξίδι. Όλοι φτάσαμε, καθένας από άλλη γωνιά των καιρών. Εξουθενωμένοι: εργαστήκαμε σκληρά για να είμαστε εδώ. Είναι η στιγμή που απελπισμένα χρειαζόμαστε τη φαντασία μας: πρέπει να δούμε πού θα πατήσει το επόμενο βήμα – κι ελπίζουμε ότι δεν την έχουμε αμετάκλητα εγκαταλείψει
Comments : 2 Comments »
Tags: παράθυρο, τραπέζι, ταξίδι
Categories : "βλέπει μακριά", "north the white", πεζογραφία, ποίηση, φωτογραφία: Αίγλη, φιλοσοφία, επίκαιρα, ημερολόγιο, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου, phot@rt by Aeglie
nine eleven
28 02 2011Νυστάζει απελπισμένα. «Νάνι,» λέει. Και πάλι αντιστέκεται. Έτσι κάνουν τα παιδιά. Δεν πάνε για ύπνο όταν οι μεγάλοι είναι στο σαλόνι και η ζωή συνεχίζεται – δεν αφήνουν το παιχνίδι.
Νυστάζει απελπισμένα. «Νάνι,» λέει. Και πάλι αρνείται. Όλα γύρω είναι ήσυχα. Τα φώτα έχουν χαμηλώσει. Τα μωρά κοιμούνται. Οι γονείς ενοχλούνται: «μαμά, μαμά, μαμά, μαμά, μαμά.»
«Σε λέει μαμά;»
Όχι, δε με λέει μαμά. Δε φωνάζουμε έτσι τη μαμά μας. Λέει ότι θέλει τη μαμά της. Λέει ότι δικαιούται μια μαμά κι εκείνη. Λέει ότι θέλει μια μαμά δική της, να μείνει πλάι της όλη νύχτα, να ξυπνά και να τη βλέπει εκεί. Κάθε μωρό έχει μια μαμά στο προσκεφάλι του.
Νυστάζει απελπισμένα. «Εκεί, εκεί, εκεί,» μου δείχνει να καθίσω στην καρέκλα πλάι της, όπως κάθονται όλες οι μαμάδες πλάι στα κρεβατάκια των μωρών τους. Κάθομαι. «Εδώ είμαι εγώ, καρδούλα μου, κοιμήσου εσύ. Κλείσε τα ματάκια και κάνε νάνι.»
«Κοίτα, κοίτα,» δείχνει την ομπρέλα μου ανοιχτή στην άκρη. Την κλείνω για να την καθησυχάσω, να την ξεγελάσω. Να διώξει απ’ το νου της τη σκέψη ότι θα μείνει μόνη της σε λίγο, για λίγο, ως να την πάρει ο ύπνος. Γυρίζω κοντά της και σηκώνεται, «αγκαλιά,» λέει και πηδά επάνω μου. «Κοίτα, κοίτα,» μου δείχνει ένα παιχνίδι στην προσπάθειά της να με απασχολήσει με κάτι για να μείνω περισσότερο.
Κοίτα κοίτα μοιάζει ο κόσμος μια σταλιά
Κοίτα κοίτα κοίτα τον από ψηλά
Κοίτα κοίτα μια γαλάζια πινελιά
Κοίτα κοίτα ανθισμένη πρασινάδα
Κοίτα κοίτα ξαπλωμένη στη λιακάδα
Μπαίνει η νοσηλεύτρια: «εσείς, τι ώρα είστε;» «εννέα έντεκα» «είναι εντεκάμιση» «θα την κοιμίσω»
Κοίτα κοίτα νάνι κι όνειρα γλυκά
Κοίτα νάνι νάνι μες στην αγκαλιά
Νάνι νάνι νάνι θα ‘ρθει η γιατρειά
Νάνι νάνι πληγωμένη μαντινάδα
Νάνι κάνει η μικρή μου αχιβάδα
Και μου κρύβει θησαυρό μες στην καρδιά
Την ακουμπάω πάλι στο κρεβατάκι της, μισανοίγει τα μάτια. «Κοιμήσου, βασίλισσά μου, εδώ είμαι εγώ.» Χαμογελάει. Στη βασίλισσα και στη θάλασσα και στη μέλισσα. Φαίνεται, αυτό το διπλό σίγμα ακούγεται αστείο απ’ το στόμα μου. Γυρίζει πλευρό, τη σκεπάζω, προσπαθεί ν’ ανοίξει τα μάτια. «Κοιμήσου, πριγκίπισσά μου, εδώ είμαι εγώ.» Χαμογελάει. Ακουμπώ μαλακά το χέρι μου στο μικρό κουρασμένο της κεφάλι και χαϊδεύω τα μαλλιά της. Παραδίνεται στον ύπνο της.
Σκέφτομαι ότι δεν την έχω δει να γελά στ’ αλήθεια, να γελά από χαρά. Γελάει στο παιχνίδι – ένα γέλιο διακοπτόμενο, φοβισμένο. Ένα γέλιο νευρικό. Και είναι μόνο δυο χρονών.
Απομακρύνω πολύ αργά το χέρι μου από τα μαλλιά της. Το κρατάω λίγο πάνω στο μαξιλάρι. Έχει κοιμηθεί. Παίρνω σιγά το χέρι μου μακριά. Σηκώνω – αργά, πολύ αργά, σιγά να μην τρίξει – το κάγκελο του μικρού κρεβατιού. Το ακούει. Δεν μπορεί να ξυπνήσει. Μόνο τα χείλη της σχηματίζονται στην καμπύλη της θλίψης.
Ξέρει. Ξέρει ότι φεύγω. Ξέρει ότι θα ξυπνήσει και θα βρει το πλαστικό της ποτήρι γεμάτο νερό στο τραπεζάκι πλάι και θα μπορεί, αν διψά, να το φτάσει – αλλά θα είναι μόνη της.
Η ομπρέλα μου έχει στεγνώσει. Τα μάτια μου είναι νοτισμένα. Δε βρέχει πολύ. Κρατώ την ομπρέλα κλειστή. Ανάβω τσιγάρο. Κατηφορίζω προς τη λεωφόρο. Κυλά ένα δάκρυ. Το ψιλοβρόχι με βοηθά να δώσω έξοδο στον πόνο που κρατάω μέσα μου.
Με όλα όσα καταπιάνομαι τα καταφέρνω καλά – ή, έτσι νομίζω. Όσα εξαρτώνται από μένα, τουλάχιστον. Και μια αίσθηση ικανοποίησης και κάποιας έπαρσης, θα μπορούσα να πω, συχνά με διακατέχει.
Η ανεπάρκεια είναι κάτι καινούργιο εντός μου. Η αίσθηση της με βασανίζει από τότε που άρχισα τον εθελοντισμό. Τι μπορώ να κάνω, στ’ αλήθεια; Τι, πραγματικά, κάνω; Ανακουφίζω τον πόνο των παιδιών ή, μήπως, προσθέτω στις πληγές τους;
Στον πολιτισμένο κόσμο που γεννήθηκα και διάγω τον πολύτιμο βίο μου, τα ιδρύματα δε χωρούν, τα αδέσποτα πληθαίνουν. Πολλοί είναι οι άνθρωποι που προσφέρουν εθελοντικά χρόνο και εργασία. Πάντα περισσότεροι εκείνοι που χρειάζονται βοήθεια: γέροντες, παιδιά, ζώα. Πολλοί είναι οι εθελοντές. Δεν επαρκούν. Οι ανάγκες – παράξενο – στον πολιτισμό, στον αναπτυγμένο μας κόσμο, είναι πάντα περισσότερες, πάντα μεγαλύτερες. Πάντα οι ανάγκες περισσεύουν. Παράξενες ανάγκες περισσεύουν στο σύγχρονο κόσμο: εγκατάλειψη, εκμετάλλευση, κακοποίηση.
Βγαίνω στη λεωφόρο. Τα μπαράκια γεμάτα στις αυλές – καπνιστές περισσεύουν.
Θυμάμαι, όταν πρωταντίκρισα τον Αλέξανδρο, αίφνης ένιωσα ακατανίκητη την ανάγκη να κάνω κάτι χειροπιαστό – η ποίηση δεν αρκεί – για να βοηθήσω ν’ αλλάξει αυτός ο κόσμος στον οποίο μεγαλώνει.
Θυμάμαι, στο κέντρο της πόλης ένα απόγευμα, ένας άντρας έλεγε αυστηρά σε άπταιστα ελληνικά σε μια αλλοδαπή γυναίκα: «να έρθεις στις δέκα, χωρίς το παιδί – το παιδί δεν το θέλω.»
Θυμάμαι, πρώτη μέρα στον εθελοντισμό, όταν, για πρώτη φορά, άκουσα εκείνο το τραγούδι στη διαδρομή: I see you’ve found my underground / So help yourself to guns and ammo / Nothing here has ever seen the light of day / I leave it in my head / It’s the first day of the rest of your life / You’ll remember me, for the rest of your life / It’s the first day of the rest of your life
The very first day. Βαδίζω τη λεωφόρο. Δεν το θέλω το παιδί. Μπαράκια γεμάτα στις αυλές. Nothing has seen the light of day. Καπνίζω τσιγάρο. Κοιμάται η μικρή μου αχιβάδα; Βγαίνω απ’ τη λεωφόρο. I’ll remember you. Ανηφορίζω προς το σπίτι. For the rest of my life.
Comments : 17 Comments »
Tags: παιδί, αχιβάδα, ομπρέλα
Categories : "το χαμόγελο του παιδιού", "nine eleven", "sad dream", drawing by Aeglie, πεζογραφία, τραγούδι, επίκαιρα, εθελοντισμός, ημερολόγιο, ιχνογραφία: Αίγλη, μικρή ιστορία, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου
γαλανό για το ταξίδι
9 07 2010
“blooming heart” phot@rt by Aeglie
Αργυρογάλανες δέσμες διαρρηγνύουν το παχύ στρώμα του γκρίζου σύννεφου που έχει εξαπλωθεί απ’ άκρη σ’ άκρη σε όλο το θόλο και χύνουν το φως του ήλιου από τον ουρανό στη γη σαν μέσα από ένα δίχτυ, στη δύση.
Ο δρόμος που οδηγώ βλέπει για λίγο δυτικά και με λούζει αυτή η εικόνα: το διάφανο γαλάζιο καθώς ρέει μπρος απ’ την κουρτίνα της συννεφιάς.
Αυτό το γαλανό, θυμάμαι, υπάρχει πάντα στα όνειρά μου. Ανοίγει το ταξίδι. Και παρακάτω, εκεί που μου φάνηκε σαν να ήταν ο προορισμός, έρχεται πάλι ν’ απλώσει το ταξίδι από κει και πέρα – πάντα πιο πέρα.
Comments : 12 Comments »
Tags: προορισμός, γαλάζιο, κουρτίνα
Categories : "blooming heart", "γαλανό για το ταξίδι", πεζογραφία, ποίηση, φωτογραφία: Αίγλη, επίκαιρα, ημερολόγιο, μικρή ιστορία, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου, phot@rt by Aeglie, photography
το φαρμάκι του φόβου
10 05 2010η ηφαιστειακή στάχτη καταλήγει στον ουρανό μας αραιή: κυλάει το θειάφι στα σύννεφα σε μικρό ποσοστό, δεν κινδυνεύει να δηλητηριάσει τις βροχές
η οικονομική κρίση ξεκινά απ’ τη γη μας πηχτή: κυλάει ο φόβος στο αίμα σε μεγάλο ποσοστό, κινδυνεύει να δηλητηριάσει τις καρδιές
η άνοιξη σέρνει σταθερά το πένθος της στο δρόμο για το καλοκαίρι: διευρύνει κάθε μέρα την ημέρα, ζεσταίνει τον καιρό, αφαιρεί τα ρούχα από το σώμα
από σώμα πριν γεννηθεί αφαίρεσαν τη ζωή οι αναθυμιάσεις του όχλου
Comments : 10 Comments »
Tags: άνοιξη, ζωή, ουρανός
Categories : "το φαρμάκι του φόβου", επίκαιρα, ημερολόγιο, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου
η ευχή των χριστουγέννων
25 12 2009
Αίγλη: Εύχομαι το θείο στοιχείο μέσα μας το κρυμμένο κάτω απ’ τα πέπλα του μόχθου και του φόβου ν’ αφυπνιστεί, να ενεργοποιηθεί και να κάνει παράδεισο τον κόσμο.
Αντιφωνητής: Ο κόσμος παράδεισος δεν πρόκειται να γίνει αλλά μια ευχή δεν κοστίζει και τίποτα.
Αίγλη: Μεγάλη σκλαβιά η άρνηση. Κι αυτή η ευχή κοστίζει. Κοστίζει σ’ ενέργεια και πάθος. Και θρέφει την αναπνοή των ονείρων. Τη ζωή της φαντασίας.
Θέλει ισχυρή προσπάθεια κι επίπονη επιμονή για να διατηρεί ζωντανή στο καλό τη φαντασία ο άνθρωπος και μια μέρα ν’ αλλάξει τον κόσμο σε παράδεισο όπως έχει κάποια λησμονημένη αρχαία στιγμή υποσχεθεί.
Comments : 2 Comments »
Tags: παράδεισος, όνειρο, ευχή
Categories : "above and beyond", "η ευχή των χριστουγέννων", φωτογραφία: Αίγλη, φιλοσοφία, αλληλογραφία, επίκαιρα, ημερολόγιο, κοσμογονία, ο θαυμαστός κόσμος του λόγου, phot@rt by Aeglie














kind of dialogue