Παρίσι, 2024

12 08 2024

Αγαπημένη Πόλη του Φωτός

Παρίσι, εσέ

Ευχαριστώ κι ευγνωμονώ

Φώτισες αυτό το καλοκαίρι τον αθλητισμό

Την ιστορία, τον πολιτισμό

Φώτισες την αλήθεια

Μου θύμισες ότι ο θάνατος δεν υπάρχει

Ότι ό,τι νομίζουμε ότι έχει πεθάνει

Περιμένει, στις υπόγειες ροές, μιαν αφορμή

Να φωτιστεί, ν’ αφυπνιστεί, να ενεργοποιηθεί

Μου φανέρωσες

Τι είναι η βούλησή σου ν’ αφυπνίζεις εσύ

Φως

Ξύπνησες το Φάντασμα της Όπερας

Που γνωρίζει τα υπόγεια δρομολόγια

Να οδηγήσει τα παιδιά

Με το φως στα χέρια τους και την καρδιά

Έξω, επάνω από τα νερά της Σηκουάνα

Με ταξίδεψες στην πρόσφατη ιστορία σου

Εκείνη που έγραψες, αφού

Αφύπνισες το ελληνικό φως

Στα έργα της επιστήμης και του πολιτισμού

Της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού

Μου έδειξες

Πώς αναγεννάς την ομορφιά

Όταν το σκοτάδι, στην αφύπνισή του, παίρνει φωτιά

Με πήρες απ’ το χέρι μέσα στη βιβλιοθήκη

Σε ακολούθησα στις διαδρομές των βιβλίων

Όπου οι άνθρωποι ψάχνουν τις λέξεις

Για την μεταμόρφωση και τον μετασχηματισμό τους

Καθώς δημιουργούν τον εαυτό τους

Έδωσες χώρο σε μια καινούργια χώρα

Φιλοξένησες μια νέα οικογένεια

Έδωσες τον ορισμό της πατρίδας

Γι’ αυτούς που αφήνουν την πατρίδα

Κι αναζητούν φρέσκια γη για την βίωσή τους

Μου θύμισες ότι τέκνο σου

Αφύπνισε στην καρδιά του και στον νου

Το ελληνικό ολυμπιακό φως και τον καθαρό λόγο

Και το πρόσφερε εκ νέου στον κόσμο

Με βαθύ σεβασμό

Για την ελληνική προέλευση της ιστορίας

Του ελεύθερου ανθρώπου

Που διαρκώς διευρύνει τις δυνάμεις

Άνοιξες τις πύλες και ξεχείλισε

Η χαρά και ο ενθουσιασμός

Το φως της φιλοξενίας στους δρόμους

Το φως του πνεύματος στους κόσμους

Το φως του Έρωτα στις Ψυχές των Ανθρώπων





αύγουστος

1 08 2017

Εικόνα 046

“green brings forth red” phot@rt by Aeglie

Αυτό που με μαγεύει στο καλοκαίρι είναι η ίδια η ζέστη. Τα κύτταρα διαστέλλονται, οι πόροι ανοίγουν, ο ιδρώτας κυλά. Διευρύνομαι, με αυτή την απολαυστική νωχέλεια, κάτω από την αμφίβολη σκιά των φύλλων ενός πλατάνου μες στο κέντρο της πόλης. Η πόλη λείπει διακοπές. Βαδίζω σε πλατύτερους δρόμους το πρωί και το βραδάκι και η δροσιά είναι όλη δική μου. Αλλά το μεσημέρι; Το μεσημέρι αράζω κάτω από τις φυλλωσιές που τραγουδάει τ’ αγέρι – παίζω κρυφτό με τον αύγουστο ήλιο.